Η απλή ίδρυση εταιρείας στο εξωτερικό δεν διασφαλίζει φορολογικά πλεονεκτήματα.
Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016
Η απλή ίδρυση εταιρείας στο εξωτερικό δεν διασφαλίζει φορολογικά πλεονεκτήματα
Γ.ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΣ, ΤΖ. ΠΑΝΟΥ
Το φαινόμενο της «φυγής» μικρών και μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων προς χώρες όπως η Βουλγαρία, η Κύπρος και η Αλβανία έχει πλέον γιγαντωθεί για τους γνωστούς λόγους.
Ενδεικτικό της δυναμικής του συγκεκριμένου φαινομένου είναι το πλήθος των δημοσιευμάτων που διαφημίζουν εντατικά τα φορολογικά και λοιπά πλεονεκτήματα των γειτονικών μας χωρών, κυρίως της Βουλγαρίας, καλώντας τις ελληνικές εταιρείες να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους.
Αυτό το οποίο, ωστόσο, αποφεύγουν επιμελώς να αναφέρουν τα δημοσιεύματα είναι το κατά πόσον ο ως άνω φορολογικός σχεδιασμός είναι νόμιμος και συνεπώς «ασφαλής» για τους επιχειρηματίες, από πλευράς ελληνικού φορολογικού δικαίου. Εάν, δηλαδή, η απλή ίδρυση μιας εταιρείας στο εξωτερικό, η οποία δεν διαθέτει ουσιαστική υπόσταση ή προσωπικό, και με μοναδική λειτουργία να εκδίδει τα φορολογικά παραστατικά, είναι αρκετή, ώστε η επιχείρηση να μη φορολογείται στην Ελλάδα, παρόλο που η εμπορική της δραστηριότητα εξακολουθεί να πραγματοποιείται στη χώρα μας.
Σύμφωνα με το φορολογικό τμήμα της ………….., η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση είναι κατηγορηματικά αρνητική. Η ελληνική φορολογική νομοθεσία, υιοθετώντας διεθνώς εφαρμοσμένους κανόνες και πρακτικές, προσφέρει πλέον στις φορολογικές αρχές σημαντικά «όπλα», ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν με πληρέστερη νομική κάλυψη σε σχέση με το παρελθόν τέτοια φαινόμενα φορολογικού σχεδιασμού, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Προτού λοιπόν μια επιχείρηση αποφασίσει να «μετακομίσει» (τυπικά) στο εξωτερικό, θα πρέπει να έχει υπόψη της τα εξής:
Μια επιχείρηση, ακόμα κι αν είναι εγκατεστημένη σε μια άλλη χώρα, φορολογείται στην Ελλάδα, εφόσον η πραγματική της διοίκηση ασκείται στην Ελλάδα.
Ο «τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης» κρίνεται (άρθρο 4 Ν 4172/2013) με βάση τα πραγματικά περιστατικά και τις συνθήκες λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τον τόπο άσκησης καθημερινής διοίκησης και λήψης στρατηγικών αποφάσεων, τον τόπο ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων, τον τόπο τήρησης βιβλίων και στοιχείων, τον τόπο συνεδριάσεων του οργάνου διοίκησης, την κατοικία των μελών του οργάνου διοίκησης, την κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων, κ.λπ.
Ο φορολογικός έλεγχος μπορεί να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα (άρθρο 38 Ν 4174/2013 – γενικός κανόνας κατά της καταστρατήγησης των φορολογικών διατάξεων). Η διευθέτηση (συναλλαγή, συμφωνία, γεγονός, κ.λπ.) είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας και στην περίπτωση αυτή, οι φορολογικές αρχές δύνανται να την αγνοήσουν και να επιβάλουν τον οφειλόμενο φόρο ωσάν να μην υπήρχε η διευθέτηση αυτή.
Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (άρθρο 66 Ν 4172/2013), ένας φορολογικός κάτοικος Ελλάδας μπορεί να φορολογηθεί για το μη διανεμηθέν εισόδημα μιας εταιρείας, στην οποία συμμετέχει και η οποία είναι εγκατεστημένη και φορολογείται σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς (π.χ. Κύπρος, Βουλγαρία, κ.λπ.) ή σε μη συνεργάσιμο κράτος (π.χ. Λίχτενσταϊν, Μονακό, κ.λπ.). Αφορά κυρίως περιπτώσεις όπου το εισόδημα της αλλοδαπής εταιρείας είναι «παθητικό», συνίσταται δηλαδή σε μερίσματα, δικαιώματα, τόκους, ενοίκια ακινήτων, κ.λπ. και προέρχεται σε σημαντικό βαθμό από την τιμολόγηση προς συνδεδεμένα με τον φορολογούμενο (φυσικά ή νομικά) πρόσωπα.
Οι ανωτέρω διατάξεις συνάδουν με τις πρόσφατες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο και συγκεκριμένα με τις δράσεις των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών (Base Erosion and Profit Shifting-BEPS), οι οποίες στοχεύουν στην πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής που επιτυγχάνεται από τις επιχειρήσεις μέσω των υιοθετούμενων επιθετικών φορολογικών σχεδιασμών. Σκοπός των δράσεων είναι, μεταξύ άλλων, η φορολόγηση των κερδών στο κράτος όπου πραγματικά αυτά δημιουργούνται και όχι στη χώρα όπου μπορεί τυπικά να έχει συσταθεί μια επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, η ουσία υπερέχει του τύπου (substance over form) και συνεπώς αυτό που εξετάζεται είναι αν μια εταιρεία διαθέτει πραγματικά την υπόσταση (προσωπικό, υποδομή, τεχνογνωσία, εξοπλισμό, κ.λπ.) που απαιτείται για τη διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας την οποία επικαλείται. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλαδή μια εταιρεία είναι απλά ένα «κέλυφος», χωρίς πραγματική επιχειρηματική δραστηριότητα, τα κέρδη θα πρέπει να αποδοθούν στη χώρα όπου πραγματικά δημιουργούνται.
Πηγή: kathimerini
= = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = = =
ΠΟΛ.1197/22-12-2016
Φορολογική μεταχείριση των δαπανών που καταβάλλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης ιγ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013, όπως ισχύουν
Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 2016
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
Α. ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Δ/ΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΤΜΗΜΑΤΑ Β’, Α’
Ταχ. Δ/νση : Κ. Σερβίας 10 – Ταχ. Κώδικας : 101 84 Αθήνα
Πληροφορίες : 210 – 3375312 – FAX :210 – 3375001
E-Mail:d12.b@yo.svzefxis.gov.gr
Β. ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ Γ’ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ταχ. Δ/νση:Κ. Σερβίας 8
Πληροφορίες:Γ. Καπασάκη
Τηλέφωνο:210 – 3375857
E-Mail:dos.c@mofadm.gr
ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ
ΠΟΛ 1197/2016
ΘΕΜΑ: «Φορολογική μεταχείριση των δαπανών που καταβάλλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης ιγ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013, όπως ισχύουν.»
Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Με τις διατάξεις της περ. ιγ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α’ 167), οι οποίες έχουν επανέλθει σε ισχύ ως αρχικώς είχαν τεθεί με το ν.4172/2013, καθώς οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α’ 32), με τις οποίες είχε τροποποιηθεί η περ. ιγ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013, καταργήθηκαν από τότε που ίσχυσαν με τις διατάξεις της υποπερ. ζ’ της περ. 11 της υποπαρ. Δ.1. της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν.4336/2015 (ΦΕΚ Α’ 94) (σχετ. η ΠΟΛ.1217/24.9.2015 εγκύκλιος), ορίζεται ότι δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή (μαχητό τεκμήριο). Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους – μέλους.
2. Επομένως, οι δαπάνες που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο κράτους το οποίο, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 65, χαρακτηρίζεται ως κράτος μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς δεν εκπίπτουν κατ’ αρχήν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, και επιπλέον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις των άρθρων 22 και 23.
Αντιθέτως, οι δαπάνες που καταβάλλονται σε φορολογικό κάτοικο κράτους – μέλους της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., το οποίο χαρακτηρίζεται με βάση τις ίδιες διατάξεις ως κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και με το οποίο υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους – μέλους, κατ’ αρχήν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 για την εκπεσιμότητα των δαπανών. Σε περίπτωση όμως αμφισβήτησης, η αρμόδια ελεγκτική αρχή απευθύνει τεκμηριωμένο αίτημα διοικητικής συνδρομής μέσω της αρμόδιας Δ/νσης Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, Τμήμα Γ’ Διεθνούς Διοικητικής Συνεργασίας και αν από τη διενεργούμενη από τη Φορολογική Διοίκηση ανταλλαγή πληροφοριών αποδεικνύεται ότι οι σχετικές δαπάνες δεν αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, οι εν λόγω δαπάνες δεν αναγνωρίζονται τελικώς για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των πιο πάνω επιχειρήσεων.
Ως νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών νοούνται οι διατάξεις του άρθρου του σχετικού με την ανταλλαγή φορολογικών πληροφοριών των Συμβάσεων για την αποφυγή της Διπλής Φορολογίας του Εισοδήματος (ΣΑΔΦ) σε ισχύ, των διατάξεων της Συμφωνίας Ανταλλαγής Πληροφοριών σχετικά με φορολογικά θέματα μεταξύ Ελλάδας – Γκέρνσεϋ (ν.4240/2014, ΦΕΚ Α’ 47), των διατάξεων της Κοινής Σύμβασης Συμβουλίου της Ευρώπης – ΟΟΣΑ για την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε φορολογικά θέματα (ν.4153/2013, ΦΕΚ Α’ 116), και τέλος των διατάξεων της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ (ν.4170/2013, ΦΕΚ Α’ 163) όπως έχει τροποποιηθεί με τον ν.4378/2016 (ΦΕΚ Α’ 55) και ισχύει.
3. Προκειμένου να στοιχειοθετηθεί κατά τον φορολογικό έλεγχο ότι οι υπόψη συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτές πραγματικά έχουν λάβει χώρα και ότι έχουν αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες (αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, κ.λπ.).
Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα στοιχεία:
α) – ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρεία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής (αντικείμενο, διάρκεια, τίμημα, τρόπους πληρωμής και υποχρεώσεις των μελών) η οποία να έχει καταχωρηθεί στην Κατάσταση Συμφωνητικών της παρ. 16 του άρθρου 8 του ν.1882/1990, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται με την αριθμ. 1065606/7222/ΔΕ-Β/18.7.2000 (ΦΕΚ 951 Β731.7.2000) Α.Υ.Ο., όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει,
– καταβολή του τιμήματος αγοράς σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου (τιμολόγια και τραπεζικά εμβάσματα),
– πραγματική μεταφορά και λήψη των αγαθών (CMR, φορτωτικές, τελωνειακά έγγραφα από τα οποία προκύπτει η είσοδος των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας) ή την πραγματική παροχή των υπηρεσιών (π.χ. πρωτόκολλο ολοκλήρωσης και παράδοσης του έργου, παραδοτέα έγγραφα).
β) η αλλοδαπή εταιρεία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, δηλαδή:
– να έχει αποδεδειγμένα φυσική υπόσταση στη χώρα εγκατάστασής της (έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση, μόνιμα απασχολούμενο προσωπικό, ενεργό Α.Φ.Μ./VIES εφόσον πρόκειται για φορολογικό κάτοικο άλλου κράτους – μέλους, κ.λπ.). Ισολογισμοί της αλλοδαπής εταιρείας και στοιχεία σχετικά με την οργάνωσή της δεν θεωρούνται από μόνα τους επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, μπορεί ωστόσο να αποτελέσουν ενδείξεις για την υπόσταση των εν λόγω επιχειρήσεων στη χώρα εγκατάστασης τους.
– να φορολογείται στην αλλοδαπή χώρα στην οποία έχει την έδρα της και όχι απλώς να είναι φορολογικός κάτοικος της χώρας αυτής.
γ) η δαπάνη να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013 και να μην αποτελεί μη εκπιπτόμενη επιχειρηματική δαπάνη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 23 του ίδιου νόμου.
Διευκρινίζεται ότι τα αναφερόμενα πιο πάνω είναι ενδεικτικά και όχι περιοριστικά και συνεπώς ο φορολογικός έλεγχος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τυχόν άλλα στοιχεία που προσκομίζει ο φορολογούμενος και τα οποία κρίνονται ικανά να υποστηρίξουν ότι οι υπό εξέταση συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών, εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό την φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή.
4. Όσον αφορά στο θέμα του πραγματικού οικονομικού οφέλους που αποφέρει μια συναλλαγή με εταιρεία της αλλοδαπής, αυτό μπορεί να εκτιμηθεί εάν εξετασθούν ενδεικτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
α) οι τιμές αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως αυτές προκύπτουν από συγκριτική οικονομική ανάλυση για ομοειδή προϊόντα άλλων επιχειρήσεων, φορολογικών κατοίκων σε συνεργάσιμα κράτη ή κράτη που δεν υπόκεινται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Αν η τιμή των αγοραζόμενων αγαθών ή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων και των παρεπόμενων εξόδων, π.χ. μεταφορικών, εξόδων ασφάλειας και αποθήκευσης) από τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη είναι κατώτερη από τις τιμές των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις συνεργάσιμων κρατών, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι επιτυγχάνεται οικονομικό όφελος για την ημεδαπή επιχείρηση. Η ανάλυση αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί και στη διερεύνηση άλλων παραγόντων, από τους οποίους αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή με τα μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτη έχει περισσότερα πλεονεκτήματα από παρόμοιες συναλλαγές με προμηθευτές από άλλες χώρες της ίδιας ή διαφορετικής γεωγραφικής περιοχής (π.χ. χρόνος μεταφοράς των αγαθών, οργάνωση προμηθευτή, κ.λπ.),
β) αγορά προϊόντων ή πρώτων υλών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος (π.χ. Μαλαισία, κ.λπ.) λόγω μη παραγωγής τους σε χώρα που θεωρείται συνεργάσιμη ή χωρίς προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Επίσης, λήψη υπηρεσιών από μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, οι οποίες βάσει των δεδομένων της κοινής πείρας και των συναλλακτικών ηθών συνήθως παρέχονται από εταιρείες σε τέτοια κράτη (π.χ. υπηρεσίες θαλάσσιας μεταφοράς από ναυτιλιακές εταιρίες του Παναμά),
γ) αν η τιμή αγοράς του προϊόντος (π.χ. καφέ) είναι η ίδια με την τιμή κλεισίματος αυτού σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, τότε η δαπάνη αγοράς του πρέπει να αναγνωρίζεται προς έκπτωση, έστω και αν πραγματοποιείται από επιχείρηση με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος, αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η αγορά από το υπόψη κράτος δεν συνεπάγεται υπερτιμολόγηση.
Επίσης, ειδικά για τα αεροσκάφη που είναι νηολογημένα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και μισθώνονται από ημεδαπές αεροπορικές εταιρείες ή υποκαταστήματα αλλοδαπών εταιρειών εγκατεστημένα στην Ελλάδα, τα μισθώματα αυτά πρέπει να αναγνωρίζονται ως δαπάνη του μισθωτή (φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας), καθόσον οι εταιρείες από τις οποίες μπορεί κανείς να μισθώσει τέτοια εμπορικά αεροσκάφη είναι περιορισμένες και ανήκουν συνήθως στις κατασκευάστριες και με την προϋπόθεση ότι δεν προκύπτει μεγάλη διαφοροποίηση σε σχέση με τα μισθώματα που καταβάλλουν άλλες αεροπορικές εταιρείες για τα ίδια τύπου και ηλικίας αεροσκάφη.
Τέλος, επισημαίνεται ότι οι δαπάνες αγοράς αγαθών, λήψης υπηρεσιών, κ.λπ. από εταιρείες με έδρα σε μη συνεργάσιμο ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς κράτος δεν εμπίπτουν στις προαναφερθείσες διατάξεις, όταν καταβάλλονται σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους στην αλλοδαπή, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές προβλέπεται η τήρηση ειδικών φακέλων, προκειμένου για την τεκμηρίωση των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών (άρθρο 21 του ν.4174/2013).
Επισημαίνεται ότι τα μη συνεργάσιμα κράτη της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν.4172/2013 και τα κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς των παρ. 6 και 7 του ίδιου άρθρου και νόμου καθορίστηκαν, για το φορολογικό έτος 2014, με τις αριθ. ΔΟΣ Γ 1039110 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β’ 570) και Δ12 1039188 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β’ 570) αποφάσεις του Υπουργού και Υφυπουργού Οικονομικών, αντίστοιχα, και για το φορολογικό έτος 2015, με τις ΠΟΛ.1279/29.12.2015 (ΦΕΚ Β’ 2905) και ΠΟΛ.1277/29.12.2015 (ΦΕΚ Β’ 2905) αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, αντίστοιχα.
5. Οι διατάξεις της περ. ιγ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013 ισχύουν για δαπάνες που αφορούν φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΙΤΣΙΛΗΣ