Παίζοντας το σκληρό χαρτί των οίκων αξιολόγησης και των αγορών μπαίνει στη διαπραγμάτευση η Γερμανία, δυναμιτίζοντας το φαινομενικά καλό κλίμα που είχε δημιουργηθεί μετά τον πρώτο γύρο επαφών των κ. Τσίπρα και Βαρουφάκη στην Ευρώπη και στον απόηχο της παρέμβασης του Μπαράκ Ομπάμα. Μετά την αποκάλυψη του εγγράφου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών προς το Eurogroup και την επιστροφή του ως απαράδεκτου, εργαλείο ‘άσκησης πιέσεων γίνεται η ΕΚΤ, η οποία αποφάσισε να μη δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο, μετά τις 11 Φεβρουαρίου που λήγει η παρούσα πράξη αναχρηματοδότησης. Ετσι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες θα μπορούν να αντλούν ρευστότητα μόνον από τον ELA, με συγκριτικά υψηλότερο κόστος.
Είναι μιά κίνηση δημιουργίας κλίματος, που θα δυσχεράνει τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, χωρίς όμως πραγματικά ουσιαστικά αποτελέσματα: Ελληνικά ομόλογα προς ενεχυρίαση δεν διαθέτουν πλέον οι τράπεζες – ή έχουν ελάχιστα και μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου.
Στη συνέχεια θα γίνονται δεκτά ομόλογα του EFSF. Αυτό πρακτικά συνεπάγεται ότι η κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει -έστω και μονομερώς- τα 10.9 δισ. που διαθέτει το ΤΧΣ. Παράλληλα ο ΕLA με χαμηλό κόστος 1,5% θα συνεχίσει να αποδέχεται ομόλογα ελληνικού Δημοσίου ή ομόλογα με εγγύηση ελληνικού Δημοσίου.
Του Χρήστου Φράγκου
Η κίνηση της ΕΚΤ μάλλον αιφνιδίασε τις αγορές, αλλά η κυβέρνηση την ανέμενε. Ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης την είχει προβλέψει από τις 9 Δεκεμβρίου, όταν ήταν ακόμη σύμβουλος του Αλέξη Τσίπρα. Είχε δηλώσει τότε ότι “Αν βγεί ο ΣΥΡΙΖΑ., η ΕΚΤ θα κλείσει τη στρόφιγγα της ρευστότητας”
Πάντως, αν και δεν μεταβάλει ουσιωδώς τα οικονομικά δεδομένα, η απόφαση πανικόβαλε τις αγορές, προκαλώντας νέα πτώση του ευρώ και κατάρρευση της Wall Street – που αναμέντεται ότι θα έχει συνέχεια στο Τόκιο και στις ευρωπαϊκές αγορές –
Όπως έγραψε νωρίτερα σήμερα το sofokleousin.gr, ήταν αναμενόμενο ότι το Βερολίνο θα χρησιμοποιούσε ένα ιδιαίτερα σκληρό χαρτί για να “απαντήσει” στο κρεσέντο επαφών της ελληνικής κυβέρνησης και στο αίτημα για κατάργηση Μνημονίου-τρόικας και ταυτόχρονης ελάφρυνσης του χρέους.
Πολύ πιθανή θεωρείται τώρα η υποβάθμιση του αξιόχρεου ή/και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, καθώς το κλίμα που δημιουργείται αναμένεται να οδηγήσει τους οίκους αξιολόγησης σε επαναξιολόγηση της κατάστασης και τους επενδυτικούς ολικους σε έκδοση προειδοποιητικών εκθέσεων.
Όπως είχε νωρίτερα επισημάνει το sofokleousin.gr, η δημιουργηθείσα κατάσταση περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών, εξαντλεί τον πολιτικό και οικονομικό χρόνο και αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επιζητώντας άμεση συμφωνία για την άρση του αδιεξόδου.
Το Βερολίνο εκτιμά ότι έτσι καθιστά σαφές στην Αθήνα ότι η στενότητα του χρόνου είναι δεδομένη, απαντώντας στους ισχυρισμούς Βαρουφάκη για άρση των χρονικών περιορισμών.
Οι τράπεζες
Αν και η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών γινόταν ήδη μόνο μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA η απόφαση της ΕΚΤ ταράζει τις αγορές, βαραίνει το κλίμα και δυναμιτίζει το πολιτικό σκηνικό. Η ΕΚΤ στο σκεπτικό της απόφασης επισημαίνει ότι η ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης δεν θεωρείται πλέον καθόλου σίγουρη, και σε αυτό το πλαίσιο λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για τον περιορισμό του ρίσκου και τη διασφάλιση της σταθερότητας του ευρωσυστήματος.
Στην πραγματικότητα όμως η ΕΚΤ ανταποκρίνεται στις πιέσεις του Βερολίνου για σκληρή και «τυπική» γραμμή απέναντι στην Αθήνα, και αντιδρά στις πληροφορίες ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε αποφασίσει έκτακτες εκδόσεις εντόκων γραμματίων, τα οποία θα αγόραζαν οι ελληνικές τράπεζες και εν συνεχεία θα την προσκόμιζαν στην ΕΚΤ για χρηματοδότηση.
Αυτό ακολουθεί απόρριψη σχετικού αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης για αύξηση του ορίου εκδόσεων εντόκων γραμματίων που είχε υποβληθεί στην ΕΚΤ. Ακολούθησε η συνάντηση του Γιάννη Βαρουφάκη με τον Μάριο Ντράγκι και η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Φρανσουά Ολάντ.
Λίγες μόνο ώρες πριν το ραντεβού του Γιάννη Βαρουφάκη με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και μετά τα θετικά σχόλια της Άνγκελα Μέρκελ για τον Αλέξη Τσίπρα, η ΕΚΤ φαίνεται να υιοθετεί σκληρή στάση – η οποία όμως “παράγει” εντυπωσιασμό και κινδυνολογία, παρά άμεσα ουσιαστικά αποτελέσματα, καθώς δεν υπαχουν στην αγορά «ελεύθερα» ελληνικά ομόλογα για να διατεθούν ως collaterals.
Σε κάθε περίπτωση η χρηματοδότηση των τραπεζών συνεχίζεται κανονικά με επιτόκιο 1,5% από τον ELA, ενώ το Δημόσιο καλείται τώρα να εφαρμόσει το έκτακτο πλάνο άντλησης ρευστότητας και διαχείρισης της επικοινωνιακής κρίσης.
Η ανακοίνωση της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε σήμερα να άρει την εξαίρεση (waiver) για τα αξιόγραφα που εκδίδονται ή έχουν την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου.
Η εξαίρεση επέτρεπε στα χρεόγραφα αυτά να χρησιμοποιούνται στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του ευρωσυστήματος παρά το γεγονός ότι δεν πληρούσαν τις ελάχιστες απαιτήσεις πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Η απόφαση του Δ.Σ. βασίζεται στο γεγονός ότι δεν είναι αυτήν την στιγμή δυνατό να προβλεφθεί μια επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος και ευθυγραμμίζεται με τους υφιστάμενους κανόνες του ευρωσυστήματος.
Η απόφαση δεν έχει επιπτώσεις για την συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών ως αντισυμβαλλόμενων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής. Οι ανάγκες ρευστότητας για τα αντισυμβαλλόμενα μέρη του ευρωσυστήματος, για τα αντισυμβαλλόμενα μέρη που δεν έχουν επαρκή collateral, μπορούν να ικανοποιηθούν από την αντίστοιχη εθνική κεντρική τράπεζα, μέσω του ELA εντός των προβλεπόμενων κανονισμών του ευρωσυστήματος.
Τα εν λόγω αξιόγραφα θα πάψουν να γίνεται αποδεκτά ως collateral με την λήξη της τρέχουσας πράξης αναχρηματοδότησης (11 Φεβρουαρίου 2015).
Παίζοντας το σκληρό χαρτί των οίκων αξιολόγησης και των αγορών μπαίνει στη διαπραγμάτευση η Γερμανία, δυναμιτίζοντας το φαινομενικά καλό κλίμα που είχε δημιουργηθεί μετά τον πρώτο γύρο επαφών των κ. Τσίπρα και Βαρουφάκη στην Ευρώπη και στον απόηχο της παρέμβασης του Μπαράκ Ομπάμα. Μετά την αποκάλυψη του εγγράφου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών προς το Eurogroup και την επιστροφή του ως απαράδεκτου, εργαλείο ‘άσκησης πιέσεων γίνεται η ΕΚΤ, η οποία αποφάσισε να μη δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο, μετά τις 11 Φεβρουαρίου που λήγει η παρούσα πράξη αναχρηματοδότησης. Ετσι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες θα μπορούν να αντλούν ρευστότητα μόνον από τον ELA, με συγκριτικά υψηλότερο κόστος.
Είναι μιά κίνηση δημιουργίας κλίματος, που θα δυσχεράνει τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης, χωρίς όμως πραγματικά ουσιαστικά αποτελέσματα: Ελληνικά ομόλογα προς ενεχυρίαση δεν διαθέτουν πλέον οι τράπεζες – ή έχουν ελάχιστα και μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν μέχρι τις 11 Φεβρουαρίου.
Στη συνέχεια θα γίνονται δεκτά ομόλογα του EFSF. Αυτό πρακτικά συνεπάγεται ότι η κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει -έστω και μονομερώς- τα 10.9 δισ. που διαθέτει το ΤΧΣ. Παράλληλα ο ΕLA με χαμηλό κόστος 1,5% θα συνεχίσει να αποδέχεται ομόλογα ελληνικού Δημοσίου ή ομόλογα με εγγύηση ελληνικού Δημοσίου.
Του Χρήστου Φράγκου
Η κίνηση της ΕΚΤ μάλλον αιφνιδίασε τις αγορές, αλλά η κυβέρνηση την ανέμενε. Ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης την είχει προβλέψει από τις 9 Δεκεμβρίου, όταν ήταν ακόμη σύμβουλος του Αλέξη Τσίπρα. Είχε δηλώσει τότε ότι “Αν βγεί ο ΣΥΡΙΖΑ., η ΕΚΤ θα κλείσει τη στρόφιγγα της ρευστότητας”
Πάντως, αν και δεν μεταβάλει ουσιωδώς τα οικονομικά δεδομένα, η απόφαση πανικόβαλε τις αγορές, προκαλώντας νέα πτώση του ευρώ και κατάρρευση της Wall Street – που αναμέντεται ότι θα έχει συνέχεια στο Τόκιο και στις ευρωπαϊκές αγορές –
Όπως έγραψε νωρίτερα σήμερα το sofokleousin.gr, ήταν αναμενόμενο ότι το Βερολίνο θα χρησιμοποιούσε ένα ιδιαίτερα σκληρό χαρτί για να “απαντήσει” στο κρεσέντο επαφών της ελληνικής κυβέρνησης και στο αίτημα για κατάργηση Μνημονίου-τρόικας και ταυτόχρονης ελάφρυνσης του χρέους.
Πολύ πιθανή θεωρείται τώρα η υποβάθμιση του αξιόχρεου ή/και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, καθώς το κλίμα που δημιουργείται αναμένεται να οδηγήσει τους οίκους αξιολόγησης σε επαναξιολόγηση της κατάστασης και τους επενδυτικούς ολικους σε έκδοση προειδοποιητικών εκθέσεων.
Όπως είχε νωρίτερα επισημάνει το sofokleousin.gr, η δημιουργηθείσα κατάσταση περιορίζει τα περιθώρια ελιγμών, εξαντλεί τον πολιτικό και οικονομικό χρόνο και αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επιζητώντας άμεση συμφωνία για την άρση του αδιεξόδου.
Το Βερολίνο εκτιμά ότι έτσι καθιστά σαφές στην Αθήνα ότι η στενότητα του χρόνου είναι δεδομένη, απαντώντας στους ισχυρισμούς Βαρουφάκη για άρση των χρονικών περιορισμών.
Οι τράπεζες
Αν και η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών γινόταν ήδη μόνο μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA η απόφαση της ΕΚΤ ταράζει τις αγορές, βαραίνει το κλίμα και δυναμιτίζει το πολιτικό σκηνικό. Η ΕΚΤ στο σκεπτικό της απόφασης επισημαίνει ότι η ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης δεν θεωρείται πλέον καθόλου σίγουρη, και σε αυτό το πλαίσιο λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για τον περιορισμό του ρίσκου και τη διασφάλιση της σταθερότητας του ευρωσυστήματος.
Στην πραγματικότητα όμως η ΕΚΤ ανταποκρίνεται στις πιέσεις του Βερολίνου για σκληρή και «τυπική» γραμμή απέναντι στην Αθήνα, και αντιδρά στις πληροφορίες ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε αποφασίσει έκτακτες εκδόσεις εντόκων γραμματίων, τα οποία θα αγόραζαν οι ελληνικές τράπεζες και εν συνεχεία θα την προσκόμιζαν στην ΕΚΤ για χρηματοδότηση.
Αυτό ακολουθεί απόρριψη σχετικού αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης για αύξηση του ορίου εκδόσεων εντόκων γραμματίων που είχε υποβληθεί στην ΕΚΤ. Ακολούθησε η συνάντηση του Γιάννη Βαρουφάκη με τον Μάριο Ντράγκι και η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Φρανσουά Ολάντ.
Λίγες μόνο ώρες πριν το ραντεβού του Γιάννη Βαρουφάκη με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και μετά τα θετικά σχόλια της Άνγκελα Μέρκελ για τον Αλέξη Τσίπρα, η ΕΚΤ φαίνεται να υιοθετεί σκληρή στάση – η οποία όμως “παράγει” εντυπωσιασμό και κινδυνολογία, παρά άμεσα ουσιαστικά αποτελέσματα, καθώς δεν υπαχουν στην αγορά «ελεύθερα» ελληνικά ομόλογα για να διατεθούν ως collaterals.
Σε κάθε περίπτωση η χρηματοδότηση των τραπεζών συνεχίζεται κανονικά με επιτόκιο 1,5% από τον ELA, ενώ το Δημόσιο καλείται τώρα να εφαρμόσει το έκτακτο πλάνο άντλησης ρευστότητας και διαχείρισης της επικοινωνιακής κρίσης.