Έρχεται η απόλυτη ανατροπή στο μέτωπο των εργασιακών ;

“Η ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων νοθεύεται δραστικά στην Ελλάδα από τη λειτουργία του συστήματος υποχρεωτικής διαιτησίας. Στην υποχρεωτική διαιτησία προσφεύγει ένα από τα δύο μέρη, χωρίς τη συγκατάθεση του άλλου, όταν αποτύχουν, ουσιαστικά ή τεχνητά, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Γιατί η μία πλευρά μπορεί εσκεμμένα να προκαλέσει ναυάγιο των διαπραγματεύσεων, όταν γνωρίζει ότι ο διαιτητής θα της δώσει περισσότερα από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να διαπραγματευθεί με τον εργοδότη, πράγμα που συμβαίνει κατά κόρον στην ελληνική πραγματικότητα”.

Σημειώστε και κρατήστε τη θέση αυτή, που ανήκει στον πρόεδρο του ΣΕΒ, κ. Θεόδωρο Φέσσα, όχι γιατί ο ΣΕΒ είναι εκ των κοινωνικών εταίρων, αλλά γιατί από αυτό το “μανίκι” θα αρχίσει να ξηλώνεται το “πουλόβερ” του “παρά φύσιν” σφιχτού εναγκαλισμού της οικονομίας από το κράτος, που οδηγείται σε αναγκαστικό τέλος με εκρήξεις από “ωρολογιακή” βόμβα προγραμματισμένη να σκάσει τον Σεπτέμβριο, στον δεύτερο κύκλο αξιολόγησης με τα εργασιακά ως προαπαιτούμενα για τη δόση των 2,8 δισ. ευρώ.

Οι μεταφράσεις

Η ανάγνωση της ατζέντας των εργασιακών έχει τρεις “μεταφράσεις”:

– Τη μετάφραση της κυβέρνησης, η οποία είναι σκόπιμα ασαφής, γιατί θέλει και να πει “ναι σε όλα” στους δανειστές αλλά και να περάσει με λαϊκίστικη προπαγάνδα ότι εκσυγχρόνισε το εργασιακό περιβάλλον στην Ελλάδα.

– Τη μετάφραση των δανειστών ότι η αγορά εργασίας πρέπει να είναι εντελώς ελεύθερη από κάθε μορφής παρέμβαση και όχι σε βάρος των επιχειρήσεων και της ανάπτυξης.

– Τρίτη, τη μετάφραση της επιχειρηματικής αγοράς, που δεν είναι σε κανένα σημείο ταυτισμένη ούτε με αυτήν των λεγομένων κοινωνικών εταίρων ούτε με τα περίπλοκα της κυβέρνησης.

Τι λέει η ελεύθερη επιχειρηματική αγορά

Αξίζει να σταθούμε στη “μετάφραση” της αγοράς και την κοινή συμφωνία όλων για τερματισμό της ανάμειξης του κράτους στις εργασιακές σχέσεις εκτός της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.

Στις επιμέρους, όμως, συζητήσεις κλαδικών και περιφερειακών οργανώσεων προβάλλεται ως επιτακτική ανάγκη, όπως κάθε διάλογος με τις επιχειρήσεις, να βασιστεί στο ότι:

– Η Ελλάδα βρίσκεται σε ραγδαία αποβιομηχάνιση και έχει ήδη μετατραπεί κατά 90% σε χώρα μικρομεσαίων επιχειρήσεων με 15-20 άτομα, κάτι το οποίο επιβάλλει προβληματισμό για το σύστημα εργασιακών σχέσεων.

– Τα capital controls, η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης και η αδυναμία του κράτους να καταβάλει χρέη και επιστροφές ΦΠΑ σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ύψους 7,5 δισ. ευρώ οδηγεί σε λουκέτο 1 στις 3 επιχειρήσεις.

– Για να ανατραπεί το σκηνικό αυτό (το οποίο επιβεβαιώνεται πλήρως και από τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας που δημοσιεύει το σημερινό “Κ”, με ανάλυση του κ. Δημήτρη Κατσαγάνη), πρέπει να επανέλθουν μηχανισμοί ρευστότητας και να εξευρεθούν κεφάλαια 10 δισ. ευρώ ετησίως, για μία 5ετία, μόνο για εκσυγχρονισμό.

– Εργασιακό και ανακοπή της φθοράς της μεταποιητικής παραγωγής, των υπηρεσιών και του εμπορίου στη χώρα θα λυθούν μόνο με ένα επενδυτικό “σοκ” 100-120 δισ. ευρώ μέχρι το 2022, κάτι που δεν διακρίνεται στον ορίζοντα.

Αδιέξοδα

Πρόκειται για την ωμή πραγματικότητα, μεγάλο μέρος της οποίας εκφράζεται και ως επίσημη εργοδοτική θέση σε πρόσφατο δελτίο οικονομικής επικαιρότητας του ΣΕΒ: “Στη σημερινή σκληρή πραγματικότητα της ύφεσης και της υποχρεωτικής αναδιάρθρωσης και ιδιωτικοποίησης επιχειρήσεων είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι ακόμη και το τελειότερο σύστημα εργασιακών ρυθμίσεων δεν θα μπορούσε από μόνο του να μας βγάλει από τα αδιέξοδα που βιώνει η ελληνική οικονομία. Αυτά δεν πρόκειται να εξαλειφθούν μόνο και μόνο επειδή ο κατώτατος μισθός θα ορίζεται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, ή επειδή αναβίωσε η υποχρεωτική διαιτησία, ή επειδή θα έχουμε γενικότερη επιστροφή σε πιο περιοριστικές ρυθμίσεις στα εργασιακά, όπως πολλοί ευαγγελίζονται. Το αντίθετο. Το εργασιακό χάος της απλήρωτης και αδήλωτης εργασίας, όπως και της διαρθρωτικής ανεργίας, επικρατούσε και όσο ήταν σε ισχύ αυτές οι ρυθμίσεις. Αυτά τα φαινόμενα παραβατικότητας είναι μεμπτά και κατακριτέα και σίγουρα δεν ανήκουν στη σφαίρα ενός ευρωπαϊκού ευνομούμενου κράτους… και δεν πρόκειται να διορθωθούν μόνο με μεγαλύτερη αστυνόμευση και με μέτρα πάταξης της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής, καθώς κατάντησαν θέμα επιβίωσης για πολλές επιχειρήσεις“.

Τι “μεταφράζεται” ως “ωρολογιακή βόμβα”

Η “τελική μετάφραση” όλων των παραπάνω (όπως ευθέως ακούγεται από κλαδικές οργανώσεις της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας, των υπηρεσιών και του εμπορίου) σημαίνει προσέγγιση θέσεων των δανειστών και ανοιχτή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση στις παρακάτω θέσεις:

– Το κράτος να αποτραβηχτεί από τον συνδικαλισμό και τους συνδικαλιστές, δίδοντας τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αναπτύσσουν εργασιακές σχέσεις και με τους συνδικαλιστές σε επίπεδο εργασίας και όχι σε επίπεδο “μάχης” με εφεδρεία τις κρατικές δυνάμεις.

– Το κράτος να φροντίσει να εφαρμοστεί σωστά η οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις ελευθερίες στις εργασιακές σχέσεις και να μη συνεχίσει με δικές του “πατέντες”, όπως της υποχρεωτικής διαιτησίας (την περιγράφουμε στον πρόλογο της έρευνας), αφήνοντας να λειτουργήσει ελεύθερα η εργασιακή νομοθεσία και δικαιοσύνη στη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.

-Το κράτος (όσο διαρκεί η κρίση) να περιορίζεται στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση και στον κατώτατο μισθό, καθώς και στην πολιτική ενίσχυσης των ανέργων από υποχρεωτικές ομαδικές απολύσεις κατά την εξυγίανση των επιχειρήσεων.

– Το κράτος να σταματήσει να καλύπτει με “ασυλία” τούς συνδικαλιστές που έχουν υποπέσει και σε ποινικά αδικήματα όσο η υπόθεση είναι στα χέρια της Δικαιοσύνης.

– Το κράτος να επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αμύνονται, όπως σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, όταν καταστρατηγούνται κατάφωρα τα δικαιώματά τους στην οικονομία και την κοινωνία.

Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί.

Του Γιώργου Κράλογλου

Παρόμοια Άρθρα

coronovirus_eges
No Image